Μεγαρίδος

Μεγαρίδος
Μεγαρίς
Megarian pottery
fem gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ιάκωβος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ι. ο πρεσβύτερος. Ένας από τους δώδεκα Αποστόλους. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Ζεβεδαίου και αδελφός του Ιωάννη. Μαρτύρησε επί Ηρώδη Αγρίππα Α’, περίπου το έτος 42 μ.Χ. (Πράξεις των Αποστόλων κβ’).… …   Dictionary of Greek

  • Οινόη — I Τοπωνύμιο της αρχαιότητας. 1. Δήμος της Ιπποθωοντίδας φυλής. Η ομώνυμη πόλη βρισκόταν στα σύνορα της Αττικής και της Βοιωτίας, ήταν οχυρωμένη με τείχη, και οι Αθηναίοι την χρησιμοποιούσαν ως φρούριο κάθε φορά που γινόταν πόλεμος. 2. Δήμος της… …   Dictionary of Greek

  • διόδια — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 40 μ., 174 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος του νομού Αττικής. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μάνδρας της νομαρχίας Δυτικής Αττικής. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ., 359 κάτ.) στην πρώην… …   Dictionary of Greek

  • θέα — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 350 μ., 62 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος του νομού Αττικής. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, στις ανατολικές απολήξεις του Μακρού Όρους, 41 χλμ. ΒΔ της Αθήνας. Υπάγεται διοικητικά στον …   Dictionary of Greek

  • θεά — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 350 μ., 62 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος του νομού Αττικής. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, στις ανατολικές απολήξεις του Μακρού Όρους, 41 χλμ. ΒΔ της Αθήνας. Υπάγεται διοικητικά στον …   Dictionary of Greek

  • λεύκα — Ονομασία οκτώ οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.080 μ., 95 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπακτίας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του νομού, στα όρια με τους νομούς Φωκίδος, Φθιώτιδος και Ευρυτανίας, 148 χλμ. ΒΑ του… …   Dictionary of Greek

  • λούμπα — I Αφρικανικός λαός, εγκατεστημένος στην περιοχή μεταξύ του μέσου και του άνω ρου του Σανκούρου και της λίμνης Τανγκανίκα (Κονγκό). Οι Λ., γνωστοί και ως Μπαλούμπα, υποδιαιρούνται σε πολυάριθμες φυλές, που μιλούν την ίδια γλώσσα (τσιλούμπα).… …   Dictionary of Greek

  • λούτσα — I Ονομασία πέντε οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 460 μ., 5 κάτ.) του νομού Άρτης. Βρίσκεται στο βόρειο άκρο του νομού, στις νοτιοδυτικές απολήξεις των Τζουμέρκων, μεταξύ των ποταμών Άραχθου και Σαραντάπορου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο… …   Dictionary of Greek

  • μάνδρα — Ονομασία έξι οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 450 μ., 88 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριχωνίδας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, Α της λίμνης Τριχωνίδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θέρμου. 2. Πεδινή πόλη …   Dictionary of Greek

  • ψάθα — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ.), στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος, του νομού Αττικής. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Βιλλίων. * * * η, Ν 1. βοτ. κοινή ονομασία τού φυτού τύφη 2. είδος πλέγματος που κατασκευάζεται από τα στελέχη τού παραπάνω φυτού και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”